- Νότια Καρολίνα
- Πολιτεία των ΗΠΑ. Βλ. λ. Καρολίνα, Νότια.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Καρολίνα, Βόρεια — (Νorth Carolina). Ομόσπονδη πολιτεία (136.413 τ. χλμ., 8.186.268 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ με πρωτεύουσα τη Ράλι (Raleigh, 276.093 κάτ. το 2000). Συνορεύει στα Β με την πολιτεία Βιρτζίνια, στα Ν με τη Νότια Καρολίνα και τη Γεωργία (Τζόρτζια) και Α… … Dictionary of Greek
Καρολίνα, Νότια — (South Carolina). Ομόσπονδη πολιτεία (80.582 τ. χλμ., 4.063.011 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ με πρωτεύουσα την Κολούμπια (Columbia, 116.278 κάτ. το 2000). Συνορεύει στα Β με τη Βόρεια Καρολίνα, στα Ν και ΝΔ με την πολιτεία της Γεωργίας (Τζόρτζια) και Α… … Dictionary of Greek
Κολούμπια — I (Columbia). Πόλη (116.278 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ και πρωτεύουσα της πολιτείας της Νότιας Καρολίνα. Είναι χτισμένη στον ποταμό Κογκαρί και θεωρείται αξιόλογο κέντρο ναυσιπλοΐας, καθώς επίσης σιδηροδρομικός και οδικός κόμβος. Στην Κ. λειτουργούν… … Dictionary of Greek
Τζάκσον, Άντριου — (Jackson, Ουάξχο, Νότια Καρολίνα 1767 – Νάσβιλ, Τενεσί 1845). Έβδομος πρόεδρος των ΗΠΑ. Τυπικός αντιπρόσωπος του Old West, ευθύς, γενναιόψυχος, αδιάλλακτος και ελάχιστα μορφωμένος, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Στρατηγός, πολέμησε, μεταξύ άλλων,… … Dictionary of Greek
Βορείων και Νοτίων, πόλεμος ή Χωριστικός πόλεμος — (Secession War). Με την ονομασία αυτή είναι γνωστός ο πόλεμος μεταξύ των βόρειων και των νότιων πολιτειών των ΗΠΑ, που διήρκεσε από τον Απρίλιο του 1861 έως τον Απρίλιο του 1865. Το 1860 περίπου το μακρόχρονο και ακανθώδες πρόβλημα της… … Dictionary of Greek
Γκρίνβιλ — (Greenville).Ονομασία πόλεων και κωμοπόλεων των ΗΠΑ. 1. Πόλη (60.500 κάτ. το 2000) στην πολιτεία Βόρεια Καρολίνα, έδρα της κομητείας Πιτ. Βρίσκεται κοντά στον ποταμό Ταρ, 50 χλμ. νοτιοανατολικά του Ρόκο Μάουντ. Είναι κέντρο παραγωγής και εμπορίας … Dictionary of Greek
ικτερίδες — (icteridae). Οικογένεια στρουθιομόρφων πτηνών της υπόταξης των ωδικών, που ζουν κυρίως στις τροπικές περιοχές. Είναι πτηνά μεσαίου μεγέθους, έχουν φτέρωμα με έντονους χρωματισμούς και οξύ, κωνικό ράμφος. Ταξιδεύουν σε σμήνη, όχι όμως την εποχή… … Dictionary of Greek
βιβλιοθήκη — Δημόσια ή ιδιωτική συλλογή βιβλίων ή χειρογράφων, οργανωμένη με σκοπό τη διατήρησή τους ή τη διευκόλυνση των αναγνωστών να τα συμβουλεύονται και να τα μελετούν. Ο όρος σημαίνει επίσης και τον τόπο όπου φυλάσσονται τα βιβλία, αλλά και… … Dictionary of Greek
Γκιλέσπι, Ντίζι — (Dizzy Gillespie, Νότια Καρολίνα 1917 – 1993). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Αμερικανού μουσικού της τζαζ Τζον Μπιρκς (John Birks). Ο Γ. συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους τρομπετίστες της τζαζ, αλλά και στους σημαντικότερους Αμερικανούς μουσικούς… … Dictionary of Greek
Γκόλντσταϊν, Τζόζεφ — (Joseph Goldstein, Νότια Καρολίνα 1940 –). Αμερικανός χημικός και γενετιστής. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια και στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου του Ντάλας, όπου και έγινε καθηγητής. Εργάστηκε στο γενικό νοσοκομείο της Μασαχουσέτης … Dictionary of Greek